- ταχύτητι
- ταχύτηςfem dat sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ταχυτῆτι — ταχυτής quickness fem dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πρότιμος — ον, Α 1. αυτός που τιμάται περισσότερο από κάποιον άλλο ή ο άξιος περισσότερης τιμής («οὐδὲ μὲν εἰ ταχυτῆτι ποδῶν, τόπερ ἔστι πρότιμον ῥώμης ὅσσ ἀνδρῶν ἔργ ἐν ἀγῶνι πέλει», Ξεν.) 2. (για λίθους) πολύτιμος. [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + τιμος (< τιμή) … Dictionary of Greek
ταχυτῆτ' — ταχυτῆτα , ταχυτής quickness fem acc sg ταχυτῆτι , ταχυτής quickness fem dat sg ταχυτῆτε , ταχυτής quickness fem nom/voc/acc dual … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)